Μετάβαση στο κεντρικό περιεχόμενο
0 / 9
Απαιτήσεις ολοκλήρωσης
καρδινάλιος Βησσαρίωνας

Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων προσφύγων κατέφυγε στη Βενετία. Αυτοί οι πρόσφυγες προέρχονταν από διάφορα κοινωνικά στρώματα και επιζητούσαν όχι μόνο επιβίωση και ασφάλεια, αλλά και την ελεύθερη άσκηση της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης. Η πολιτισμική εγγύτητα της Βενετίας με το Βυζάντιο, όπως είχε επισημανθεί από τον καρδινάλιο Βησσαρίωνα, έκανε τη Βενετία έναν ελκυστικό προορισμό για τους Έλληνες. Ενδεικτικά μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, η κοινότητα των Ελλήνων αριθμεί περί τα 4.000 με 5.000 άτομα.

Παρά την αρχική υποδοχή, η Βενετία, που ακολουθούσε το λατινικό δόγμα, δεν επέτρεπε την παρουσία ορθόδοξων ιερέων και οι λειτουργίες τους γίνονταν κρυφά σε ιδιωτικές οικίες. Υπήρξαν μερικές εξαιρέσεις, όπως η άδεια που δόθηκε το 1456 για την ανέγερση ελληνορθόδοξου ναού, η οποία όμως ανακλήθηκε το επόμενο έτος.

Στις 28 Νοεμβρίου 1498 οι Έλληνες υπέβαλαν αίτηση στο Συμβούλιο των Δέκα για την ίδρυση της Αδελφότητας των Ορθοδόξων Ελλήνων (nazione greca), κατά τον τρόπο που ίσχυε και για άλλα έθνη, όπως για το έθνος των Αλβανών και των Δαλματών. Η Αδελφότητα είχε ως άγιο προστάτη τον Άγιο Νικόλαο και αρχικά το ναό του Αγίου Βλασίου ως έδρα.

Σκοπός της ήταν η φιλανθρωπία, όπως η φροντίδα των ασθενών και τραυματισμένων στον πόλεμο καθώς και η ανακούφιση των ορφανών και των απόρων. Μετά τη θετική απάντηση του Συμβουλίου των Δέκα, η Αδελφότητα απέκτησε το δικαίωμα να καθορίσει τον εσωτερικό κανονισμό της, να επιλέγει τους κληρικούς της, περιορίζοντας έτσι τις δυνατότητες παρέμβασης του Λατίνου Πατριάρχη Βενετίας, και να λαμβάνει αποφάσεις για τα εσωτερικά της ζητήματα, εφόσον αυτές δεν αντέβαιναν στους νόμους της βενετικής πολιτείας.

Από την αρχή της συγκρότησής της, η Αδελφότητα φρόντιζε να διατηρεί στο αρχείο της τα καταστατικά της κείμενα (mariegola), τα οικονομικά κατάστιχα και τα βιβλία των αποφάσεων των οργάνων της διοίκησής της. Η διοίκησή της οργανώθηκε με βάση τη Γενική Συνέλευση των Αδελφών (capitolo generale), που θεωρούνταν σε απαρτία με την παρουσία 25-30 μελών και το εκλεγμένο Διοικητικό Συμβούλιο (banca) με ετήσια θητεία και αποτελούμενο από 15 μέλη. Επικεφαλής ήταν μια τριμελής εκτελεστική επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν ο πρόεδρος-gastaldo- (αργότερα guardian grande), ο αντιπρόεδρος- vicario- και ο γραμματέας -segretario-. Τα υπόλοιπα 12 μέλη ονομάζονταν decani.


Αργότερα, όταν έπαψε να υπάγεται ως νομικό πρόσωπο στη δικαιοδοσία του Συμβουλίου των Δέκα, εξαρτιόταν από το 1534 και εξής, από τους provveditori di comun. Δημιουργήθηκαν και άλλα αξιώματα όπως των κυβερνητών (governatori), των ελεγκτών του ταμείου (sindici) και ένα συμπληρωματικό συλλογικό σώμα εικοσιενός προσώπων (Ζοnta).

Οι πόροι της Αδελφότητας προέρχονταν από τις εισφορές των μελών της, τα τέλη εγγραφής, εράνους, δωρεές και κληροδοτήματα. Σε περιπτώσεις ανάγκης, επιβάλλονταν έκτακτες εισφορές και επιλεκτική φορολόγηση στα ελληνικής ιδιοκτησίας πλοία που έφταναν στη Βενετία.

Στις αρχές του 16ου αιώνα, η Ελληνική Αδελφότητα της Βενετίας επανήλθε το ζήτημα της οικοδόμησης δικού της ελληνορθόδοξου ναού. Η επιμονή αυτή των μελών της Αδελφότητας αποδείχθηκε καρποφόρα. Μετά από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις και προσπάθειες να μεταπεισθούν οι βενετικές αρχές, η Αδελφότητα κατάφερε να εξασφαλίσει την άδεια για την ανέγερση του ναού.

Το 1539, με την άδεια του Δόγη της Βενετίας και τη στήριξη άλλων επιφανών πολιτικών και θρησκευτικών προσωπικοτήτων, οι Έλληνες της Βενετίας θεμελίωσαν τον ελληνορθόδοξο ναό του Αγίου Γεωργίου. Ο ναός αυτός έγινε το κέντρο της θρησκευτικής και κοινωνικής ζωής της ελληνικής κοινότητας στη Βενετία. Η κατασκευή του ναού δεν ήταν μόνο μια θρησκευτική επιβεβαίωση, αλλά και μια σημαντική πολιτιστική και κοινωνική αναγνώριση της ελληνικής παρουσίας στην πόλη.

Ο ναός του Αγίου Γεωργίου (San Giorgio dei Greci) ξεχωρίζει για την αρχιτεκτονική του και τα καλλιτεχνικά έργα που τον κοσμούν. Η ανέγερση του ναού και η διακόσμησή του χρηματοδοτήθηκαν από δωρεές και κληροδοτήματα των μελών της Αδελφότητας, καθώς και από εράνους που πραγματοποιήθηκαν τόσο στη Βενετία όσο και σε άλλες περιοχές με ελληνικές κοινότητες.

Στο πλαίσιο της Αδελφότητας, το 1593 ιδρύθηκε σχολείο «ελληνικών και λατινικών γραμμάτων». Αυτό το σχολείο ήταν ένα από τα πρώτα οργανωμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα για Έλληνες στον δυτικό κόσμο και αποτέλεσε σημαντικό κέντρο μάθησης και διατήρησης της ελληνικής γλώσσας και παιδείας. Για τη λειτουργία του σχολείου, η Αδελφότητα λάμβανε ετήσια χρηματική βοήθεια από το βενετικό κράτος, γεγονός που δείχνει την αναγνώριση της σημασίας του από τις κρατικές αρχές.

Τέλος, το 1599, η Αδελφότητα ίδρυσε και ένα γυναικείο μοναστήρι, το οποίο λειτούργησε ως καταφύγιο για πολλές γυναίκες της ελληνικής κοινότητας μέχρι το 1829.

Η Ελληνική Αδελφότητα συνέχισε να παίζει σημαντικό ρόλο στην κοινότητα, όχι μόνο για τη θρησκευτική και την εθνική της ταυτότητα, αλλά και ως κοινωνικός και πολιτιστικός πυλώνας. Οι δράσεις της είχαν μακροχρόνιες επιπτώσεις, επηρεάζοντας θετικά τόσο την ελληνική κοινότητα όσο και την πολυπολιτισμική κληρονομιά της Βενετίας. Οργάνωσε σχολεία, φιλανθρωπικές δράσεις και πολιτιστικές εκδηλώσεις, ενώ παράλληλα διατήρησε τη γλώσσα και τις παραδόσεις των Ελλήνων.

Έγγραφο Μητρόπολης Φιλαδελφείας, Γαβριήλ Σέβηρος
Έγγραφο Μητρόπολης Φιλαδελφείας, Γαβριήλ Σέβηρος


divider line
Τελευταία τροποποίηση: Πέμπτη, 11 Ιουλίου 2024, 12:10 PM